Δαμάζοντας το τσουνάμι
Είναι ένα τσουνάμι που φουσκώνει και χτυπάει όλες τις ακτές, όπως και τις στεριές. κι είναι μόνιμο και έχει μερικές δεκαετίες που όλο και ψηλώνει....
Οι Περουάνοι τό χουν τιμή τους και καμάρι πως το πενήντα τις εκατό της φυτικής τροφής που καταναλώνουμε σήμερα φύτρωσε -κυριολεκτικά- στον τόπο τους.
Σιγά ρε, κόψε κάτι!
Κι όμως! Αν υπολογίσουμε ότι τα φυτά που εξημέρωσαν οι πρόγονοι τους περιλαμβάνουν πατάτα, καλαμπόκι και όλα τα φασόλια (γιγάντων εξαιρουμένων), μάλλον κοντά πέφτουν.
Ε καλά, πώς τα κατάφεραν; Εν τέλει, τον καιρό της μοιραίας επαφής με τους Ευρωπαίους- παρά την ακμαιότατη αυτοκρατορία 20 εκατ. ανθρώπων- δεν ήταν παρά σε νεολιθικό στάδιο πολιτισμού. Άσε που μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό της Περουάνικης γης (2-3%) είναι γόνιμο.
Η ιστορία ξεκινάει πολύ παλιά, με τη δημιουργία των Άνδεων, αυτής της τρομερής οροσειράς που χαρακώνει τον πλανήτη από τον Ισημερινό μέχρι το Νότιο Πόλο, μιας τεράστιας ουλής ενθύμιο της μάχης των τεκτονικών πλακών του Ειρηνικού με την Αμερικάνικη ήπειρο. Τα κρύα κύματα του Ειρηνικού σπάνε στη δυτική ράχη της οροσειράς, και όλη η υγρασία βρέχει τη θάλασσα, αφήνοντας τις ακτές του Περού κατάστεγνη έρημο. Μετά από καμιά εκατοστή χιλιόμετρα παραθαλάσσιας ερήμου, το υψόμετρο ανεβαίνει γρήγορα στα πέντε-έξη χιλιάδες μέτρα (με πολλά οροπέδια στα δυο με τρεις χιλιάδες μέτρα). Άλλα καμιά διακοσαριά χιλιόμετρα και πέφτει ξανά στην τεράστια υγρή πεδιάδα του Αμαζονίου, την πράσινη ζουγκλώδη καρδιά του πλανήτη. Κοντός ψαλμός αλληλούια: στενότητα χώρου, ακαταλληλότητα χώρου!
Σε αυτό το αφιλόξενο περιβάλλον, έφτασαν μετά την τελευταία εποχή των παγετώνων οι πρώτοι όλων των μεταναστών της ανθρωπότητας (από την Ασία, που λέγαμε, μέσω Βερίγγειου πορθμού). Κάποιοι κολλήσανε στην Βόρεια Αμερική και στο κυνήγι-φρουτοσαλάτα. Αυτούς που κοπιάσανε ως τις ακτές του Περού τους περίμενε κρυμμένος θησαυρός: ο μεγαλύτερος ψαροβολόνας του πλανήτη. Το κρύο ρεύμα Humboldt φέρνει από τα βάθη θρεπτικές ουσίες, που τρώει το φυτοπλαγκτόν, που τρώνε τα μικρά ψάρια, που τρώνε τα μεγάλα ψάρια, που τρώγανε οι πρόγονοι των Ίνκας και γίνανε μεγάλοι και τρανοί!
Όμως δεν μπορεί να ζήσει κανείς μόνο με ψάρι, χρειάζεται και παντεσπάνι. Κάπου-κάπου την παραλιακή έρημο την διασχίζουν ποταμοί (από τα χιόνια) των Άνδεων. Σ' αυτές τις μακρόστενες οάσεις αναπτύχθηκε για πρώτη φορά γεωργία. Για να αυγατίσει ωστόσο η παραγωγή έπρεπε να βρεθεί κάποιος τρόπος να κατακτηθούν (γεωργικά) τα όρη. Το πώς ακριβώς έγινε αυτό είναι μια μακρυά ιστορία τυλιγμένη στην garua. Η διαμάχη συνεχίζεται στ' αλώνια της έρευνας. Κάτι που σίγουρα ξέρουμε είναι ότι η πατάτα εξημερώθηκε εφτά χιλιάδες χρόνια πριν, στις όχθες της λίμνης Τιτικάκα.
Όταν άλλοι κάνανε τον κάμπο ράχη, οι ινδιάνοι κάνανε τις ράχες πεζούλες! Ο πέτρινος τοίχος της πεζούλας δεν χρησιμεύει μόνον για να συγκρατεί χώμα. Κρατάει και τη ζεστασιά της μέρας τη νύχτα. Χρειάστηκαν όμως πολύ περισσότερα κόλπα για να δαμαστούν τα βουνά να δώσουν παραγωγή.
Ο απρόβλεπτος καιρός των βουνών ανάγκασε τους αρχαιο-περουάνους να κάνουν διαχείριση ρίσκου σε μεγάλη κλίμακα. Έτσι ο κάθε αγρότης είχε κομμάτια γης σε διαφορετικές περιοχές, σε κάθε κομμάτι φύτευε περισσότερα του ενός είδη, και έκανε πολλές σπορές το χρόνο. Απλά πράματα: Με αυτό τον τρόπο, κάτι από όλα θα δώσει στο τέλος καρπό! Αυτές οι αντίξοες συνθήκες τους οδήγησαν τελικά και στις οργανωμένες κοινωνίες με κεντρική φορολόγηση (χμ αντίξοες συνθήκες => φορολόγηση! ;-)). Η διοικούσα ελίτ μάζευε ποσοστό της παραγωγής και γέμιζε τα αμπάρια (και την δικιά της μπάκα βεβαίως, βεβαίως), από τα οποία μπορούσαν να παίρνουν όταν η σοδειά είχε χαθεί.
Μεταξύ άλλων είχαν ανακαλύψει και την μέθοδο της βαθιάς κατάψυξης! Κι έτσι μπόρεσαν να συντηρούν την πατάτα. Καθότι δεν είχαν εφευρεθεί τα τυποποιημένα πατατάκια, βγάζαν την πατάτα έξω, τιμωρία, τη νύχτα. Αυτή ξεπάγιαζε. Την ζουπούσαν να της βγει το ζουμί. Την αφήναν να στεγνώσει. Κι έτσι, τον καιρό των ισχνών λάμα, τρώγανε πουρέ!
Οι Ίνκα έφεραν τις πεζούλες σε νέα -δυσθεώρητα- ύψη! Ναι, μα τις Άνδεις! Και δεν κοίταξαν ποτέ πίσω! Είναι -πιθανότατα- η μοναδική κοινωνία προ-βιομηχανικής επανάστασης που δεν γνώρισε λιμούς! (ασφαλώς και δεν της λείψανε οι σεισμοί κι οι καταποντισμοί). Με τους Ισπανούς τους ήρθε ο λοιμός κι η Λίμα.